19/10/17

Στρατηγικός μονόδρομος η μετατροπή της Κύπρου σε ακαδημαϊκό κέντρο *

 

Παρά τις εξαγγελίες από τη δεκαετία του 1990 και τα θετικά βήματα που έχουν γίνει έκτοτε η Κύπρος δεν έχει ακόμα μετατραπεί σε περιφερειακό ακαδημαϊκό κέντρο. Σήμερα στην ελεύθερη Κύπρο υπάρχουν 8 πανεπιστήμια, 3 κρατικά και 5 μη κρατικά.  Υπάρχουν επίσης πέραν των 40 ιδιωτικών κολεγίων και 4 δημόσιες σχολές ανώτερης εκπαίδευσης.  Θα ήταν όμως προτιμότερο να υπήρχαν λιγότερα πανεπιστήμια και κολέγια με μεγαλύτερο αριθμό φοιτητών. Η Κύπρος έχει επίσης υπογράψει τη Συμφωνία της Μπολόνια και είναι ενεργό μέλος του ευρωπαϊκού γίγνεσθαι και στον τομέα της εκπαίδευσης.

 

Από τον καιρό της ίδρυσής του μέχρι και σήμερα το κράτος έχει δαπανήσει πέραν των €2 δισεκατομμυρίων για το Πανεπιστήμιο Κύπρου. Αν λάβουμε επίσης υπ’ όψιν τις δημόσιες δαπάνες και για το ΤΕΠΑΚ και το Ανοικτό Πανεπιστήμιο Κύπρου που ιδρύθηκαν μεταγενέστερα, οι δημόσιες δαπάνες για τη λειτουργία των τριών κρατικών πανεπιστημίων ξεπερνούν τα €2,5 δισεκατομμύρια.  Το 2013 σε Έκθεση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου αναφέρθηκε ότι το κόστος ανά φοιτητή στα κρατικά πανεπιστήμια είναι μακράν το υψηλότερο στην ΕΕ.  Η Έκθεση περιείχε εισηγήσεις με στόχο τον εξορθολογισμό των δημοσίων δαπανών και τη μείωση των στρεβλώσεων, οι οποίες εν πολλοίς δεν έχουν υλοποιηθεί ακόμα.

 

Ενώ παλαιότερα μόλις το ένα τρίτο των νέων Κυπρίων απολάμβανε την τριτοβάθμια εκπαίδευση, σήμερα το ποσοστό αυτό έχει ξεπεράσει τα δύο τρίτα. Επίσης, το ποσοστό ολοκλήρωσης της τριτοβάθμιας στην Κύπρο είναι από τα υψηλοτέρα στην ΕΕ. Όμως η χώρα μας βρίσκεται αντιμέτωπη με ένα από τα χαμηλότερα ποσοστά απασχολησιμότητας νέων αποφοίτων στην ΕΕ.

 

Οι δαπάνες για την έρευνα παραμένουν καθηλωμένες στο 0,48% του ΑΕΠ παρά το γεγονός ότι αποτελεί ένα από τους πιο ζωτικής σημασίας στόχους της Στρατηγικής της Λισαβόνας.  Επίσης στο Ίδρυμα Προώθησης Έρευνας οι υφιστάμενες γραφειοκρατικές και χρονοβόρες διαδικασίες δημιουργούν σοβαρές επιπλοκές. Επιπρόσθετα, το κράτος δεν δίνει την αναγκαία προσοχή στη διασύνδεση πανεπιστημίων, κέντρων ερευνών και δεξαμενών σκέψης με την πολιτεία, την οικονομία και την κοινωνία.

 

Αξιολογώντας το συναφές νομικό πλαίσιο καθώς και τον εκάστοτε κρατικό προϋπολογισμό καθίσταται προφανές ότι η πολιτεία δεν αντιμετωπίζει ισότιμα την κρατική και τη μη κρατική τριτοβάθμια εκπαίδευση. Έτσι, στην ελεύθερη Κύπρο σήμερα υπάρχουν ιδρύματα, ακαδημαϊκοί και φοιτητές δύο και τριών ταχυτήτων. Ταυτόχρονα δημιουργούνται στρεβλώσεις, αντιφάσεις, ανισότητες και αθέμιτος ανταγωνισμός. Με βάση το υφιστάμενο προβληματικό μοντέλο μια οικογένεια με ετήσια εισοδήματα ύψους €200.000 και με δύο παιδιά στο Πανεπιστήμιο Κύπρου δεν καταβάλλει δίδακτρα. Αντίθετα μια οικογένεια με εισοδήματα €30.000 και με δύο παιδιά σε μη κρατικά πανεπιστήμια καταβάλλει ετήσια δίδακτρα γύρω στα €16.000, ενώ επιπρόσθετα καταβάλλει και μέρος του κόστους φοίτησης για τα παιδιά που εξασφαλίζουν θέσεις στα κρατικά πανεπιστήμια μέσω της φορολογίας.

 

Η Κύπρος δεν έχει ακόμα δημιουργήσει ένα νέο οικονομικό υπόδειγμα μετά τη μεγάλη οικονομική κρίση της οποίας οι συνέπειες δεν έχουν αντιμετωπισθεί επαρκώς.  Η Κύπρος θα πρέπει να επενδύσει στον τομέα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και να υλοποιήσει έναν ολοκληρωμένο σχεδιασμό και να ανταποκρίνεται στα νέα δεδομένα με προγράμματα σπουδών υψηλής ποιότητας και με ελκυστικά δίδακτρα.  Χωρίς την πρωταγωνιστική εμπλοκή του μη κρατικού τομέα η Κύπρος δεν θα καταστεί περιφερειακό ακαδημαϊκό κέντρο.

 

Οι αλλαγές αυτές συνεπάγονται νέες προσεγγίσεις. Μεταξύ άλλων, είναι σημαντικό να υπάρχει ένα τοπίο με χαμηλότερα δίδακτρα και ψηλότερη ποιότητα. Αυτό μπορεί να καταστεί εφικτό με αλλαγή στη φιλοσοφία του κρατικού προϋπολογισμού για την τριτοβάθμια εκπαίδευση και στο υφιστάμενο μοντέλο χρηματοδότησης. Ουσιαστικής σημασίας είναι η προώθηση της ισοτιμίας καθώς και η απάλειψη των διακρίσεων μεταξύ κρατικής και μη κρατικής τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Ταυτόχρονα θα πρέπει να υπάρχει η απαραίτητη λογοδοσία απ’ όλα τα πανεπιστήμια.

 

Είναι επίσης σημαντικό να ενθαρρυνθεί η προώθηση της έρευνας, τεχνολογίας και καινοτομίας. Ταυτόχρονα, θα πρέπει να υφίστανται στοχευμένα οικονομικά κίνητρα για επενδύσεις ψηλής τεχνολογίας από τα πανεπιστήμια και τα κέντρα ερευνών καθώς και γενναιόδωρα σχέδια υποτροφιών με κριτήρια αφ’ ενός την αριστεία και αφ’ ετέρου τα κοινωνικοοικονομικά δεδομένα.  Εξ ίσου σημαντική είναι η έμφαση στην επαγγελματική κατάρτιση.

 

Η πολιτεία θα πρέπει επίσης να ενθαρρύνει τις συγχωνεύσεις ιδρυμάτων ανώτερης και ανώτατης εκπαίδευσης. Μεταξύ άλλων, είναι δυνατόν να δίδεται ετήσια χορηγία για πανεπιστημιακά ιδρύματα που έχουν ένα ελάχιστο αριθμό φοιτητών.  Ανάλογη ρύθμιση σε μικρότερη κλίμακα μπορεί να γίνει και για τα κολέγια.

 

Ο τομέας της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης έχει τη δική του ιδιαιτερότητα καθώς είναι δυνατό να καταστεί ένας μοχλός οικονομικής μεγέθυνσης και ευρύτερης ανάπτυξης. Μια τέτοια εξέλιξη θα συμβάλει στη δημιουργία θέσεων απασχόλησης ψηλών προδιαγραφών, στην αναχαίτιση της δημογραφικής αιμορραγίας και στη μείωση της ανεργίας. Ως εκ τούτου η μετατροπή της Κύπρου σε ακαδημαϊκό κέντρο θα πρέπει να θεωρηθεί ως μονόδρομος. Με το υφιστάμενο μοντέλο όμως είναι αδύνατο να υλοποιηθεί ο στόχος αυτός ακόμα και μέχρι το 3017.

 


* Περισσότερα στη μελέτη «Η σημασία της μετατροπής της Κύπρου σε περιφερειακό ακαδημαϊκό και ερευνητικό κέντρο μετά την οικονομική κρίση», http://cceia.unic.ac.cy/kypros-akadimaiko-kentro/